- Χρονικά
- I
Ιστορικές αφηγήσεις, που περιορίζονται στην αναγραφή των γεγονότων με καθαρά χρονολογνκή σειρά, και για τον λόγο αυτό διακρίνονται από την κυρίως ιστορία, που είναι μαζί σύνθεση και ερμηνεία των γεγονότων. Όλοι οι πολιτισμένοι λαοί της αρχαιότητας, από τους Κινέζους έως τους Πέρσες, είχαν τους χρονικογράφους τους, που αποστολή τους ήταν να καταγράφουν τα γεγονότα της εθνικής τους ιστορίας. Στη Ρώμη η αποστολή αυτή ανήκε στους ποντίφηκες, που κατέγραφαν τα σημαντικότερα γεγονότα του έτους, με τη σειρά που συνέβαιναν, πάνω σε ασπρισμένες ξύλινες σανίδες (tabulae dealbatae ή απλώς album). Τα X. πριν από το 387 π.Χ. χάθηκαν κατά την πυρπόληση της Ρώμης από τους Γαλάτες. Τον 3o και τον 2o αι. π.Χ. με τον Φάβιο Πίκτορα, τον Κίνκιο Αλιμέντο, τον Ποστούμιο Αλβίνο, τον Αχίλιο Γλαβριόνη, μερικοί από τους οποίους έγραφαν στα ελληνικά, η χρονογραφία γίνεται είδος με λογοτεχνικές και ιστορικές αξιώσεις, μολονότι χαρακτηρίζεται από τάση για αποσιώπηση των δυσάρεστων γεγονότων και από υπερβολές που κολάκευαν την εθνική υπερηφάνεια. Το 123 π.Χ. ο pontifex maximus Π. Μούκιος Σκαιβόλας κατήργησε τις ξύλινες σανίδες και πιστεύεται ότι αυτός ήταν ο συντάκτης των 80 βιβλίων X. που αντέγραψε από αυτές και που είναι γνωστά με το όνομά του.Πολλά X. γράφτηκαν κατά τον 2o και 1o αι. π.Χ. Τα έργα αυτά, που στο σύνολό τους σχεδόν χάθηκαν, χρησίμευσαν ως πηγές στον Τίτο Λίβιο.Στον Μεσαίωνα οι χρονικογράφοι ήταν συνήθως μοναχοί. Τα X. τους –αν και χοντροκομμένα– αποτελούν τη μοναδική σχεδόν πηγή πληροφοριών για τα ιστορικά γεγονότα της εποχής. Έτσι π.χ. ο Γρηγόριος του Τουρ μας μετέδωσε πληροφορίες για τους πρώτους χρόνους της μοναρχίας των Φράγκων. Τους κατοπινούς χρόνους ο τίτλος Χρονικά δινόταν από ιστορικούς, όπως ο Μαμπιγιόμ, ο Μουρατόρι ή ο Βαρώνιος, στις μεγάλες συλλογές ιστορικών εγγράφων και κειμένων που κατήρτισαν.Μοναχοί ήταν συνήθως και οι Βυζαντινοί χρονογράφοι, τα έργα των οποίων κάλυπταν την παγκόσμια ιστορία, από κτίσεως κόσμου μέχρι των ημερών τους. Κύριες πηγές τους ήταν η Αγία Γραφή και οι παλαιότεροι ιστορικοί και χρονογράφοι, τους οποίους συντέμνουν, παραφράζουν ή αντιγράφουν ασύστολα. Σκοπός τους ήταν να τέρψουν και να διδάξουν τον πολύ λαό. Γι’ αυτό επιμένουν σε διηγήσεις ηρωικών κατορθωμάτων, θαυμάτων, καταστροφών κλπ. Η γλώσσα και το ύφος τους είναι λαϊκό, γεγονός που ευνόησε τη μεγάλη διάδοση των έργων τους όχι μόνο στον χώρο του Βυζαντίου, αλλά και στις σλαβικές και αραβικές χώρες. Έτσι για την ιστορία του πολιτισμού των Μέσων Χρόνων οι χρονογραφίες έχουν μεγαλύτερη σπουδαιότητα από τα γνήσια ιστορικά έργα. Οι κυριότεροι από τους Βυζαντινούς χρονογράφους είναι ο Ιωάννης Μαλάλας (6ος αι.), ο Θεοφάνης (9ος αι.), ο Γεώργιος μοναχός (9ος αι.), ο Συμεών ο μάγιστρος (10ος αι.) και ο Κωνσταντίνος Μανασσής (12ος αι.). Το τελευταίο ελληνικό έργο του είδους αυτού είναι ο λεγόμενος Χρονογράφος, που αποδίδεται στον Δωρόθεο Μονεμβασίας (16ος – 17ος αι.).Σήμερα η λέξη X. χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό περιοδικών εκδόσεων, που περιλαμβάνουν όλες τις σημαντικές πληροφορίες που αναφέρονται σε μια τέχνη ή σε έναν κλάδο της επιστήμης (Χρονικά Βοτανικής, Γεωφυσικής, Δικαίου, Ιατρικής κλπ.).IIΤίτλος ελληνικών εφημερίδων και περιοδικών.1. Ελληνική εφημερίδα του Καΐρου (1901). Με τον ίδιο τίτλο ιδρύθηκε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Κάιρο το 1914 από τον Στ. Καραβία. Το 1916, η έδρα της μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε και εβδομαδιαίο περιοδικό στο Κάιρο (1942 – 1943) από τον Κ. Μπονάρο.2. Εβδομαδιαία πολιτική και φιλολογική έκδοση με έδρα την Αθήνα. Ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1911 από τον Ηλία Βουτιερίδη.3. Ημερήσια αθηναϊκή εφημερίδα. Ιδρύθηκε το 1921. Η έκδοσή της διακόπηκε το 1927.
Dictionary of Greek. 2013.